Κόψε κάτι ακόμα…

Κάποιος Σκοτσέζος μπαίνει σ’ ένα μπαρ, παραγγέλνει μια μπύρα και ρωτάει πόσο θα του τη χρεώσουν.
-Δύο λίρες, λέει ο σερβιτόρος.
-Πανάκριβη, λέει ο Σκοτσέζος.
-Μπορείτε να την πιείτε με μια λίρα όρθιος, δεν θα καθήσετε στο τραπεζάκι…
-Κι άν σταθώ στο ένα πόδι;

Στην τροφό μου

Συντρόφισσα των μαύρων ημερών μου
καλή μου, ερειπωμένη μου γριούλα
σ’ ένα σπίτι χαμένο μες στα δάση
από καιρό με περιμένεις μοναχούλα.

Πικρή συλλογισμένη στη βεράντα
κάθεσαι κει φρουρός άγρυπνος πάντα.

Το έρημο προαύλιο κοιτάζεις
το μακρινό που σκοτεινιάζει δρόμο
η έγνοια μου, η λαχτάρα σε βαραίνει
κι ο νους σου φτερουγά στον ταχυδρόμο.

Πούσκιν Αλ.

Ο Πόντιος αλεξιπτωτιστής

Είχαν πάει κάποιοι κάμεραμαν για να τραβήξουν πτώσεις αλεξιπτωτιστών, μεταξύ αυτών ήταν και ένας Πόντιος αλεξιπτωτιστής, ο οποίος πήδηξε πριν ανοίξουν οι κάμερες. Το αλεξίπτωτο δεν άνοιξε, ούτε και το εφεδρικό, ο Πόντιος τίναζε τα πόδια του απελπισμένος, και τελικά έπεσε με το κεφάλι σε μια ταράτσα. Νομίσαν όλοι ότι σκοτώθηκε, όμως ο Πόντιος σηκώθηκε σε λίγο και προχωρούσε καμαρωτός. Τρέχει ένας καμεραμάν και του λέει.
-Ρε φίλε δεν πρόλαβα να τραβήξω, αν το κάνεις πάλι αυτό θα σου δώσω 300.000 ευρώ. τον κοιτάζει ο Πόντιος και του λέει, δεν είσαι καλά φίλε και ποιος μου εγγυάται ότι θα πέσω πάλι με το κεφάλι;

Η απίστευτη πρόνοια της φύσης

Η μέλισσα πεθαίνει όταν κεντρίσει τον άνθρωπο, η ίδια μοίρα περιμένει τα αρσενικά που θα γονιμοποιήσουν την βασίλισσα. Πριν το ζευγάρωμα, η νέα βασίλισσα θα σκοτώσει όλες τις αδελφές της, διεκδικώντας την αποκλειστικότητα στη μοναρχία της κυψέλης. Κατόπιν η παρθένα βασίλισσα θα πάει βολτίτσα με τους κηφήνες σε ένα σεξουαλικό τελετουργικό που θα κάνει την καλή τους τύχη να σωθεί.
-Και αυτό γιατί τα αρσενικά πεθαίνουν καθώς τα πέη τους εκρήγνυνται μέσα στη βασίλισσα. Η ηγεμόνας εφοδιάζεται έτσι με όλο το σπέρμα που θα χρειαστεί ποτέ στη ζωή της, επαρκές δηλαδή για 1.500 περίπου γονιμοποιημένα αυγά την ημέρα για τα επόμενα τρία χρόνια.

Ανεμυαλιά και έπαρση, πάνε πακέτο

Εδώ και δυο χρόνια, ένας από τους φούρνους της γειτονιάς άλλαξε χέρια, τον νοίκιασε ένας νέος σχετικά άντρας και τον δουλεύει οικογενειακά, μαζί με δυο άλλους υπαλλήλους. Είναι πολύ κοντά στο σπίτι μου και ψωνίζουμε χρόνια από κει, όταν λειτουργούσε από την προηγούμενη διεύθυνση, το πόστο είναι καλό και του μάγκα του αφήνει ένα καλό εισόδημα. Με γεια του με χαρά του, είμαι από τους ανθρώπους που χαίρονται όταν οι άλλοι προκόβουν.
-Εκείνο όμως που με ενοχλεί στους ανθρώπους είναι ο εγωισμός, γιατί όπως λέει και ο Ουγκώ, είναι το κρασί του σκοταδιού. Δυο φορές είχα απομακρυνθεί για μερικές ημέρες από το συγκεκριμένο φούρνο. Η γυναίκα του ενώ με έβλεπε να περνώ μπροστά από τον φούρνο, αλλά να μην ψωνίζω είχε ρωτήσει την γυναίκα μου, «είναι εδώ ο άντρας σου;» το οποίο σημαίνει, γιατί δεν ψωνίζει από δω. Ο δε άντρας της ένας παιδοβούβαλος που φουσκώνει σαν διάνος ενώ πλησιάζει στην μερσεντές του, όταν με έβλεπε να πλησιάζω στο φούρνο να ψωνίσω, ενώ καθώς πλησίαζα κοιτούσε προς το μέρος μου έριχνε το βλέμμα του κάτω, ή κοιτούσε αλλού. Δεν έχω ανάγκη από την ψεύτικη καλημέρα του επαγγελματία, αλλά δεν συγχωρώ και την βλακεία να με έχεις ανάγκη και να με σνομπάρεις, εδώ και μερικούς μήνες με βλέπουν μόνο σαν διαβάτη, ο πελάτης εγώ τους τελείωσα.

Τελειότητα και ημιτέλεια

Η τελειότητα υπολείπεται της ημιτέλειας. Μπορεί μάλιστα να καταντήσει αδιάφορη και να ξεπεραστεί από μια ελκυστική μετριότητα, που μέσα απ’ τις ατέλειες και τα μικρά ψεγάδια της καταφέρνει να συναρμόσει ένα πορτρέτο εξαιρετικά ασυνήθιστο και αξιοπρόσεκτο. Είναι άλλωστε πάντα πιο αξιομνημόνευτη η ατέλεια που μαγνητίζει και προκαλεί απορίες. Τότε έρχεσαι πιο κοντά στον πίνακα, για να δεις ποια ακριβώς λάθος πινελιά είναι εκείνη που με τόσο ευρηματικό τρόπο κατάφερε να τοποθετηθεί έτσι ώστε να πετύχει το ακατόρθωτο… να ξεπεράσει το τέλειο, να αγγίξει το άκρο της κολασμένης φιληδονίας που παρασέρνει στην παραφορά του πάθους.

Απόσπασμα από το έργο της Σωτηρίας Περβάνα
«Τα όνειρα μυρίζουν ταμπάκο»

Γιατί τι συνέβη…

Το αφεντικό της επιχείρησης είναι έξαλλο με τον λογιστή του, στριφογυρίζει σαν λιοντάρι στο κλουβί του και τον περιμένει. Η δουλειά που πρέπει να φέρουν σήμερα σε πέρας είναι πάρα πολύ και ο λογιστής έχει καθυστερήσει μια ώρα, μόλις μπαίνει στο γραφείο, το αφεντικό του φωνάζει σε έξαλλη κατάσταση.
-Από τις οκτώ και τριάντα, έπρεπε να ήσουν εδώ, και ο λογιστής αποκρίνεται.
-Μα καλά τι συνέβη στις οκτώ και τριάντα;

Η αλήθεια πικρίζει, αλλά το ψέμα…

Τα ταμεία είναι άδεια
κι’ έχουμ’ όλοι μας ευθύνη.
έχει μάνα η κατάντια,
και τη λένε αφροσύνη.

Ολοι το παίζουμε σοφοί
για όλα φταίν’ οι άλλοι,
η συμφορά αγαπητοί
έρχετ’ απ’ το κεφάλι.

Είμαστε ανερμάτιστοι
χωρίς παιδεία κι ήθος,
ξεφτίλα ατερμάτιστη
που διαπερνά και τοίχος.

Εσύ διαλές τους αρχηγούς
που είναι για τα γούστα σου,
γι αυτό και φέρνεις τους ταγούς,
που είναι σαν τα μούτρα σου.

Δεν φταίν’ οι πέτρες στο μαντρί
σαν είν’ ξυνό το γάλα,
τα πρόβατα κι οι πιστικοί
την κάνανε γαργάρα.

Ο ελληνισμός είναι πολιτισμός, τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο

Οι αρχαίοι Ελληνες δεν εξατμίστηκαν, βέβαια, άφησαν απογόνους όπως όλοι. Και ασφαλώς «ελληνικό αίμα» υπάρχει και στους σημερινούς κατοίκους της Ελλάδας, και στους σημερινούς κατοίκους ολόκληρης της ανατολικής Μεσογείου τουλάχιστον, για να μην πούμε ολόκληρης της Πρόσω Ασίας και της Βόρειας Αφρικής. Ο χώρος όμως που ονομάζεται Ελλάδα, σημείο κομβικό στις μετακινήσεις των λαών πέριξ της ανατολικής Μεσογείου από αρχαιοτάτων χρόνων, θα ήταν αδύνατο απολύτως να διεκδικήσει την «ελληνική αιματολογική καθαρότητα», όπως άλλωστε και κάθε άλλη περιοχή της γης και κυρίως η Μεσόγειος. Οι Ρωμαίοι και αργότερα οι Φράγκοι, άφησαν τα φυλετικά τους ίχνη. Οι Ρωμαίοι ή Φράγκοι που ζούσαν μόνιμα στην Ελλάδα δεν εισήγαγαν βέβαια, συζύγους από τις πατρίδες τους. Και οι βάρβαροι, κυρίως οι Γότθοι που τον τρίτο μ.χ. αιώνα καταλαμβάνουν την Ελλάδα, επιδίδονται μετά ζήλου στο βάρβαρο σπορ του βιασμού, όπως όλοι οι βάρβαροι.
-Το μεγάλο όμως φυλετικό μπέρδεμα έγινε κατά τους βυζαντινούς χρόνους, τότε που οι κάτοικοι της απέραντης πολυεθνικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που έπαιρνε κατοίκους από μια πυκνοκατοικημένη και τους μετέφερε σε μια αραιοκατοκημένη ή αποψιλωμένη από τους πολέμους περιοχή. Οι βυζαντινοί Αυτοκράτορες δεν ασκούσαν ελληνική, ασκούσαν αυτοκρατορική πολιτική, όπως άλλωστε, όλοι οι Αυτοκράτορες.
-Το γεγονός πως ο Ρωμαίος Μέγας Κωνσταντίνος μεταφέρει την πρωτεύουσα της Ρωμαικής Αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη το 330 μ.χ. και κάνει επίσημη θρησκεία του κράτους το χριστιανισμό για λόγους καθαρά πολιτικούς (οι χριστιανοί ήταν ήδη πλειοψηφία, κυρίως στις ανατολικές περιοχές της Ρωμαικής Αυτοκρατορίας) δε σημαίνει τίποτε απολύτως για τους Ελληνες. Γιατί ο χριστιανισμός δεν είναι ελληνική θρησκεία, είναι διεθνής (και κατ’ αρχήν εβραική), και τούτο άσχετο απ’ το γεγονός πως ο χριστιανισμός υιοθετεί την ελληνική γλώσσα, που αυτή την εποχή είναι διεθνής. Χάρη στους επιγόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τη μιλούν σχεδόν οι πάντες στην ανατολική Μεσόγειο. Και επειδή την υιοθετεί ο χριστιανισμός, την υιοθετεί τελικά και το χριστιανικό Βυζάντιο. Που επειδή την υιοθετεί, δε σημαίνει πως τελικά έγινε ελληνικό, παρότι ο ελληνικός πολιτισμός δια της γλώσσας, θα επιδράσει ουσιαστικότερα στη διαμόρφωση και του βυζαντινού πολιτισμού, από μια περίοδο και μετά, και όχι εξ αρχής.
-Πάντως, το Βυζάντιο του Μεγάλου Κωνσταντίνου συνεχίζει να είναι λατινόγλωσσο, και η ελληνική γλώσσα θα υιοθετηθεί σταδιακά αργότερα, αρχίζοντας από τότε που ο Μεγάλος Θεοδόσιος θα κόψει την Ρωμαική Αυτοκρατορία στα δύο, την Ανατολική και τη Δυτική, το 395 μ.χ., δηλαδή 65 χρόνια μετά την μεταφορά στο Βυζάντιο της πρωτεύουσας της Ρωμαικής Αυτοκρατορίας απ’ τον Κωνσταντίνο (που έγινε άγιος κατά λάθος και για να τιμηθεί που έκανε επίσημη θρησκεία τ χριστιανισμό). Ο γλωσσικός εξελληνισμός του Βυζαντίου θα ολοκληρωθεί επί Ιουστινιανού. Αυτά όλα δείχνουν πως ο ελληνισμός είναι πολιτισμός, τίποτε λιγότερο, τίποτε περισσότερο.

Στο καλό μάνα, στο καλό!

Κάποιος ναυτικός από την Ιθάκη, όταν έφευγε να μπαρκάρει χαιρετούσε την μάνα του λέγοντας, «στο καλό μάνα στο καλό», λες και θα πήγαινε να μπαρκάρει η μάνα του. Κάποτε όταν γύρισε στο σπίτι του, τον περίμεναν στο σπίτι οι συγγενείς του, όταν χαιρέτησε τη μάνα του της λέει, «έχε γεια μάνα», γυρίζει ο αδελφός του και του λέει, «άντε και με το καλό να ανταμώσετε!»