Είμαι καλλονή, ω θνητοί! σαν πέτρινο όνειρο,
Το στήθος μου, που ο καθένας πάνω του διαδοχικά
Πληγώθηκε, έγινε για να εμπνεύσει στον Ποιητή αγάπη
Αιώνια κι άφωνη σαν την ύλη.
Δεσπόζω μες το γαλάζιο, σα Σφίγγα ακατανόητη
Σμίγω μια καρδιά από χιόνι με τη λευκότητα των κύκνων.
Μισώ την κίνηση που τις γραμμές μετακινεί,
Και ποτέ δε θρηνώ, μήτε γελώ.
Οι ποιητές, μπροστά στις μεγάλες μου πόζες,
Που το ύφος τους έχω δανειστεί από μνημεία περιφανή,
Τις μέρες τους θα ξοδέψουν σ’ αυστηρές μελέτες
Γιατί έχω για να μαγέψω τους πειθαρχικούς αυτούς εραστές,
Καθαρούς καθρέφτες που όλα τα κάνουν πιο ωραία:
Τα μάτια μου, τα γενναιόδωρα μάτια μου με λάμψεις αιώνιες!