Η έφοδος για την αθανασία

Γυρίζοντας ένα μεσημέρι στην κοίτη ενός ξεραμένου ποταμού, είδα κάτου από ένα πλατανόφυλλο δυο έντομα να σμίγουν. Ήταν δυο πράσινα, λιγνά, χαριτωμένα αλογάκια της Παναγίας. Ζύγωσα αγάλια, κρατώντας την αναπνοή μου. Μα απότομα σταμάτησα τρομαγμένος: το αρσενικό. μικρό κι αδύναμο, ήταν από πάνου κι αγωνίζουνταν να τελέψει την ιερή εντολή του, μα με τρόμο είδα πως του έλειπε το κεφάλι. Γαλήνια η θηλύκια το μασούλιζε, κι άμα τελείωσε, στράφηκε πάλι σιγά κι έκοψε το λαιμό, κι ύστερα πάλι το στήθος του αρσενικού, που γαντζωμένο σφιχτά αποπάνου της εξακολουθούσε να πάλλεται…

Η φοβερή τούτη σκηνή ανατινάχτηκε ξάφνου τώρα μέσα απ’ τα χαλάσματα τούτα. Αστραπή γαλάζια σκίζει απόψε και φωτίζει την καρδιά μου.

Η πολύμαστη θεά ανασηκώνει το πέπλο της. Στα φυτά και στα ζώα η πνοή του μυστηρίου είναι πιο φανερή παρά στον άνθρωπο. Αυτά, πιστά, ξέσκεπα, ακλουθούν τη μεγάλη Κραυγή. Ταυτίζουν τον έρωτα και το θάνατο. Όταν δίχως κεφάλι, δίχως στήθος μάχουνται να νικήσουν το θάνατο, γεννώντας, με δέος μαντεύουμε μέσα μας την ίδια κραυγή. Τον ίλιγγο, τη βεβαιότητα του χαμού, κι όμως, πιο απάνου, τη χαρά, την παραφροσύνη στο χαμό, την έφοδο για την αθανασία…

Απόσπασμα από το βιβλίο του Ν.Καζαντζάκη ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ

Η αγάπη της ιδιοκτησίας

Ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης προέτρεπε τους μαθητές του, να μην ενδιαφέρονται για την απόκτηση υλικών αγαθών. Με τον καιρό, βαριές πίκρες πλάκωναν την καρδιά του Φραγκίσκου. Οι σύντροφοί του άρχισαν να παραβαίνουν τις εντολές του: μάζευαν χρήματα, αγαπούσαν τα πλούσια σπίτια, κάναν συλλογές βιβλία. Μια μέρα είδε ένα νεαρό μοναχό να κρατάει με καμάρι ένα ψαλτήρι δικό του. «Παιδί μου» του είπε «αν έχεις σήμερα ένα ψαλτήρι, αύριο θα θες να ‘χεις μια σύνοψη, θ’ ανέβεις σ’ ένα αψηλό στασίδι και θα φωνάξεις του αδερφού σου: -Φέρε μου τη σύνοψή μου.»

Καρτερείτε και ελπίζετε!

Όσο για σένα Μορέλ, θα σου αποκαλύψω τώρα το μυστικό της συμπεριφοράς μου προς το άτομό σου. Στον κόσμο δεν υπάρχει ούτε ευτυχία ούτε δυστυχία. Υπάρχει μόνο η σύγκριση μιας κατάστασης με μια άλλη, κι αυτό είναι όλο. Μόνο αυτός που γνώρισε την υπέρτατη κακοτυχία είναι ικανός να νιώσει την υπέρτατη τύχη. Πρέπει να έχεις φτάσει στο σημείο να θέλεις τον θάνατό σου για να ξέρεις, Μαξιμιλιανέ, τι ωραίο που είναι να ζεις.

Ζήστε λοιπόν και να είστε ευτυχισμένοι, πολυαγαπημένα παιδιά της καρδιάς μου. Αλλά ποτέ μην ξεχάσετε ότι, μέχρι την ημέρα που ο Θεός θα καταδεχτεί να αποκαλύψει το μέλλον στην ανθρωπότητα, όλη η ανθρώπινη σοφία θα είναι κλεισμένη σ’ αυτές τις δύο λέξεις:

Καρτερείτε και ελπίζετε!

Αλέξανδρος Δουμάς

Ο Κόμης Μοντεχρίστος