Εβραίος επιχειρηματίας…

Ένας Εβραίος προσπαθεί πολύ καιρό και με μεγάλη υπομονή (χαρακτηριστικό γνώρισμα των Εβραίων) να μιλήσει με το Θεό και στο τέλος τα καταφέρνει.
-Θεέ μου έχω ένα εστιατόριο, και δουλεύει πολύ καλά.
-Αυτό είναι πολύ ευχάριστο!
-Ναι αλλά δεν το άνοιξα εγώ, το πήρα από τον πατέρα μου και αυτός από τον δικό του, η υπόθεση πηγαίνει έτσι αιώνες πίσω.
-Κατάλαβα, οικογενειακή επιχείρηση αιώνων, και που θέλεις να καταλήξεις στον Ιησού Χριστό;
-Ακριβώς Θεέ μου, εκείνο το Μυστικό Δείπνο δεν τον πλήρωσε κανένας!

Έχω τέσσερις μέρες να φάω…

Στο Κολωνάκι μια παχύσαρκη αλλά καλοντυμένη κυρία κάνει τα ακριβά ψώνια της. Όταν βγαίνει από ένα κατάστημα φορτωμένη τσάντες, την πλησιάζει ντροπαλά ένας κουρελής γέρος που μυρίζουν τα χνώτα του από την πείνα, και της λέει.
-Κυρία μου σας παρακαλώ, έχω τέσσερις μέρες να φάω, αν μπορείτε κάνετε κάτι, και η κυρία του λέει.
-Μακάρι να μπορούσα να το κάνω και εγώ αυτό!

Αγαπάτε τους εχθρούς ημών…

Πάει ένας μεθύστακας για εξομολόγηση, τον ρωτάει ο παπάς τι έχει κάνει.
-Παπά μου είμαι καλός άνθρωπος, δεν έχω κάνει κακό, όμως μου αρέσει πολύ να πίνω. Ο παπάς του λέει.
-Το ποτό είναι ο χειρότερος εχθρός του ανθρώπου, το γνωρίζεις;
-Ναι παπά μου, αλλά ο Χριστός είπε, αγαπάτε τους εχθρούς ημών.
-Το είπε να τους αγαπάμε, όχι να τους καταπίνουμε!

Καμένος από γάμο

Ένας τύπος τρέχει με 200 χιλιόμετρα, τον κυνηγάει ένας τροχονόμος με την μηχανή. Επειδή ο τύπος δεν σταματάει με τίποτε, σε λίγο τον κυνηγούν 5 περιπολικά και 10 μηχανές μαζί με ένα ελικόπτερο, τελικά κατορθώνουν να τον εγκλωβίσουν. Πηγαίνει ο επικεφαλής της τροχαίας και του λέει.
-«Σε παραδέχομαι είσαι εξαιρετικός στο τιμόνι, αν μου πεις μια καλή δικαιολογία γιατί έτρεχες έτσι θα σου τη χαρίσω»Μετά από μικρή σκέψη απαντά ο τύπος.
-«Πριν δυο μέρες, το έσκασε η γυναίκα μου με έναν αστυνομικό, και νόμιζα πως με κυνηγάτε για να μου την δώσετε πίσω!»

Πνίγηκε για να μη δώσει…

Ένας Πόντιος ψαρεύει με την βάρκα του στην Σκωτία. Ξαφνικά βλέπει σε μικρή απόσταση έναν να πνίγεται και να φωνάζει βοήθεια, ο Πόντιος τον πλησιάζει και του λέει δώσε μου το χέρι σου. Όμως ο Σκοτσέζος απομακρύνετε μόλις τον ακούει, τον πλησιάζει ξανά ο Πόντιος και του φωνάζει δώσε μου το χέρι σου να σε σώσω, ο άλλος όμως απομακρύνετε ξανά, μέχρι που πνίγεται.
– Τον βάζει στην βάρκα πνιγμένο και τον βγάζει έξω, οι φίλοι του Σκοτσέζου τον πλακώνουν στο ξύλο, «δίπλα σου πνιγόταν γιατί δεν τον έσωσες;» ο Πόντιος διαμαρτύρεται, «μα του έλεγα δώσε μου το χέρι σου και αυτός έφευγε». Τον ξαναρχίζουν στο ξύλο λέγοντας, «δεν λένε ποτέ σε Σκοτσέζο δώσε μου το χέρι σου, αλλά πάρε το χέρι μου!»

Η προειδοποίηση…

Ένας οδηγός πηγαίνει το αμάξι του στο συνεργείο, και λέει στον μάστορα:
-Όταν τρέχω στην εθνική με 220 χιλιόμετρα, ακούω στην πίσω μεριά του αυτοκινήτου κάτι περίεργα χτυπήματα τουκ-τουκ. Ο μάστορας του λέει.
-Καλά αυτά δεν είναι τίποτε, απλά σε προειδοποιεί ο χάρος να μην τρέχεις έτσι!

Στην ηλεκτρική καρέκλα

Ήταν ένας Γάλλος χημικός, ένας Γερμανός βιολόγος και ένας Πόντιος ηλεκτρολόγος μηχανικός καταδικασμένοι σε θάνατο στην ηλεκτρική καρέκλα.
-Την ημέρα της εκτέλεσης παίρνουν πρώτα τον χημικό, τον ρωτάνε αν έχει να πει κάτι, αυτός απαντάει όχι. Τον βάζουν στην καρέκλα, πατάνε τον διακόπτη, όμως αυτή δεν λειτούργησε, σύμφωνα με το νόμο της πολιτείας εκείνης, αν δεν λειτουργήσει η ηλεκτρική καρέκλα με την πρώτη, ο κατάδικος αφήνεται ελεύθερος.
-Δεύτερο παίρνουν το Γερμανό βιολόγο, δηλώνει ότι δεν έχει κάτι να πει, τον βάζουν στην καρέκλα, ξανά εμπλοκή την γλυτώνει και αυτός.
-Τελευταίο παίρνουν τον Πόντιο μηχανικό ηλεκτρολόγο, τον ρωτάν αν έχει να πει κάτι.
-Ναι ρε παιδιά. Αν αλλάξετε τη σύνδεση στο μπλε και στο κόκκινο καλώδιο, μπορεί να δουλέψει αυτό το ρημάδι!

Μα τόσες συμπτώσεις ή θεία δικαιοσύνη;

Όταν ταξίδευα νέος, είχα την τύχη να έχω υποπλοίαρχο ένα θαυμάσιο παιδί από τον Πειραιά, το όνομά του Λύκος Βασίλης, καλή του ώρα όπου και αν βρίσκεται. Μου είχε διηγηθεί την εξής καταπληκτική και θλιβερή ιστορία.
«Ήταν ένας καπετάνιος την δεκαετία του πενήντα, όταν οι καπεταναίοι είχαν ακόμη μεγάλη δύναμη, έλυναν και έδεναν, αφού θυμάμαι ένα τραγούδι παλιό που έλεγε, «να είμαστε στην Σμύρνη τραπεζίτες ή στον Πειραιά καπεταναίοι, να μας προσκυνάνε οι πολίτες κ.τ.λ.». Τα χρόνια εκείνα τα παλιά, ο καπετάνιος κανόνιζε για τις προμήθειες του πλοίου, όσο και για την τροφοδοσία του πληρώματος και είχε μεγάλα περιθώρια για λοβιτούρες. Αυτός εκμεταλλεύονταν τους πάντες, έκλεβε από την εταιρία μέχρι τους αγράμματους στην πλειοψηφία τους ναυτικούς.
Είχε αποκτήσει τεράστια περιουσία, μεταξύ των άλλων και μια πολυτελή πολυκατοικία στο Παλαιό Φάληρο. Είχε δυο κόρες οι οποίες κατέληξαν πόρνες, ποιος ξέρει με τι νταβατζήδες έμπλεξαν. Η γυναίκα του, από τον καυμό για τις κόρες της κατέληξε τρόφιμος του ψυχιατρείου, ο ίδιος είχε μαζέψει κυριολεκτικά και είχε γίνει σαν αγκίστρι. Και μια ωραία πρωία τον βρήκαν κρεμασμένο στο σπίτι του». Εγώ δεν ξέρω τι να υποθέσω, ήταν τυχαία όλα αυτά που τον βρήκαν ή τελικά ήταν τα βέλη της ουράνιας φαρέτρας που τον σημάδεψαν, ο καθένας ας το πάρει όπως νομίζει.

Ο αυλητής και τα ψάρια…

Οι Ίωνες και οι Αιολείς, ευθύς ως οι Λυδοί έγιναν υποχείριοι των Περσών, έστειλαν αγγελιοφόρους στις Σάρδεις προς τον Κύρο, ζητώντας να μείνουν υπήκοοί του με τους ίδιους όρους, όπως και του Κροίσου. Όταν ο Κύρος άκουσε την πρότασή τους, τους διηγήθηκε την κάτωθι ιστορία: Πως κάποιος αυλητής, λέει, που είδε ψάρια στη θάλασσα, άρχισε να παίζει τον αυλό του με την ελπίδα ότι έτσι τα ψάρια θα έβγαιναν στην ακρογιαλιά. Επειδή όμως είδε ότι η ελπίδα του πήγε χαμένη, πήρε λέει ένα δίχτυ, έπιασε πολλά ψάρια και τα τράβηξε έξω. Βλέποντάς τα να σπαρταρούν είπε στα ψάρια: Δε σταματάτε το χορό, αφού, τότε που έπαιζα τον αυλό μου, δεν καταδεχθήκατε να βγήτε έξω και να χορέψετε! Ο Κύρος είπε αυτή την ιστορία στους Ίωνες και στους Αιολείς γι’ αυτόν το λόγο: επειδή οι Ίωνες, όταν στο παρελθόν ο ίδιος ο Κύρος τους προσκάλεσε με αγγελιοφόρους του να αποστατήσουν από τον Κροίσο, δεν τον άκουσαν, και τώρα, που το πράγμα τέλειωσε, ήσαν πρόθυμοι να τον ακούσουν. Ο Κύρος θυμωμένος τους μίλησε έτσι.

ΗΡΟΔΟΤΟΣ-ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ-ΚΛΕΙΩ

Ο τρελός…

Ένας τρελός έξυνε το κεφάλι του πάνω από το καπέλο του. Κάποιος περαστικός που τον παρακολουθούσε τον ερώτησε:
-Ρε φίλε δεν μου λες, γιατί ξύνεις το κεφάλι σου πάνω από το καπέλο;
Ο τρελός τον κοιτάζει και του απαντά:
-Γιατί ρε φίλε, εσύ για να ξύσεις τον ποπό σου, κατεβάζεις το παντελόνι σου;